Ανάμεσα στην άρνηση και στη θέση αυτό που προέχει είναι η θέση. Αφού η άρνηση συνιστά το αναπόφευκτο βάρος της ύλης αυτής καθαυτής, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε για να την αποφύγουμε. Εφόσον δεν μπορούμε να την αποφύγουμε δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε γι' αυτήν, άρα το μόνο που μπορούμε είναι να κάνουμε κάτι για τη θέση. Το θετικό προέχει από την άποψη ότι αποτελεί τη μόνη δυνατότητα.
Εφόσον η μόνη δυνατότητα οποιασδήποτε πράξης είναι η θέση, το μόνο πρακτέον, το μόνο που πρέπει να κάνουμε, είναι να δια-θέσουμε το πλεόνασμά μας, φερόμενοι θετικά.
Στον βαθμό που η άρνηση μάς συμβαίνει άθελα μας, ήτοι συγκρατεί τη θέλησή μας να πράξουμε και μας ακινητοποιεί εξαιτίας του αναπόφευκτου βάρους των πραγμάτων και της αντίστασης της ύλης, είναι δικαιολογημένη. Στον βαθμό, όμως, που η άρνηση είναι εσκεμμένη και η θέλησή μας, ενώ δύναται να πάρει θέση, αδρανεί, είναι αδικαιολόγητη.
Όταν το λάθος, το ψέμα, το κακό, ο θάνατος, και κάθε άλλη μορφή της άρνησης και του κενού, μας συμβαίνουν ακούσια και παρεμβαίνουν στο γίγνεσθαί μας, ενώ δεν τα επιδιώκουμε, δικαιολογούνται ως αναπόφευκτα. Έχοντας κάνει ό,τι είναι δυνατόν για το σωστό, την αλήθεια, το καλό, την ζωή και κάθε άλλη μορφή του θετικού, μπορούμε να έχουμε ήσυχη τη συνείδηση μας. Ακόμη και στην περίπτωση που άθελα μας υποπέσαμε στο κακό, είμαστε δικαιολογημένοι γιατί μας συνέβη αναπόφευκτα, ενώ θέλαμε να το αποφύγουμε.
Δεν μπορούμε να απαιτούμε από κανέναν να είναι τέλειος εδώ και τώρα, όταν η εποχή του είναι ελλιπής. Η απαίτηση διαφέρει του αιτήματος ως προς το ότι βιάζεται να φτάσει στο όλον εξαναγκάζοντας το μέρος να κινηθεί πέραν των δυνάμεων του, ενώ το αίτημα το καλεί να διαθέσει όση δύναμη έχει στη φορά του γίγνεσθαι, να την κυκλοφορήσει και έτσι να ολοκληρωθεί.
Ανάμεσα στον ολοκληρωτισμό και στην ολοκλήρωση υπάρχει η διαφορά ότι ο ολοκληρωτισμός δεν δίνει χρόνο στα πράγματα να γίνουν και τα πιέζει, ενώ η ολοκλήρωση δίνει τον χρόνο να ξεπεράσουν τη διστακτικότητά τους και να κινηθούν θετικά. Η δύναμη της ενότητας, η ψυχή, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα της άρνησης στα υποκείμενα που κινούνται προς ολοκλήρωση, (της άρνησης που είναι δικαιολογημένη από την κατάσταση τους), τα αποενοχοποιεί από την αναπόφευκτη αδράνειά τους και τα επιτρέπει να κινηθούν.
Όταν, όμως, η άρνηση γίνεται εσκεμμένα, η ψυχή που γνωρίζει πολύ καλά τι είναι δυνατόν και τι αδύνατο, (μιας και η ψυχή όντας η μνήμη του όλου ξέρει τα πάντα), αντιδράει. Όταν η δύναμη ενός υποκειμένου δεν διατίθεται στο αντι-κείμενο του, ενώ είναι δυνατόν, τότε στρέφεται εναντίον του και το υποκείμενο αρρωσταίνει, επειδή ακριβώς αποφεύγει το ρήμα του, (αυτό που θα το συνέδεε με το αντικείμενό του). Η αποφυγή του ρήματος αναστέλλει τη ροή της ενέργειας του υποκειμένου προς το αντικείμενο και του προκαλεί αρρώστια από το κατακρατημένο πλεόνασμά του.
Εφόσον η μόνη δυνατότητα οποιασδήποτε πράξης είναι η θέση, το μόνο πρακτέον, το μόνο που πρέπει να κάνουμε, είναι να δια-θέσουμε το πλεόνασμά μας, φερόμενοι θετικά.
Στον βαθμό που η άρνηση μάς συμβαίνει άθελα μας, ήτοι συγκρατεί τη θέλησή μας να πράξουμε και μας ακινητοποιεί εξαιτίας του αναπόφευκτου βάρους των πραγμάτων και της αντίστασης της ύλης, είναι δικαιολογημένη. Στον βαθμό, όμως, που η άρνηση είναι εσκεμμένη και η θέλησή μας, ενώ δύναται να πάρει θέση, αδρανεί, είναι αδικαιολόγητη.
Όταν το λάθος, το ψέμα, το κακό, ο θάνατος, και κάθε άλλη μορφή της άρνησης και του κενού, μας συμβαίνουν ακούσια και παρεμβαίνουν στο γίγνεσθαί μας, ενώ δεν τα επιδιώκουμε, δικαιολογούνται ως αναπόφευκτα. Έχοντας κάνει ό,τι είναι δυνατόν για το σωστό, την αλήθεια, το καλό, την ζωή και κάθε άλλη μορφή του θετικού, μπορούμε να έχουμε ήσυχη τη συνείδηση μας. Ακόμη και στην περίπτωση που άθελα μας υποπέσαμε στο κακό, είμαστε δικαιολογημένοι γιατί μας συνέβη αναπόφευκτα, ενώ θέλαμε να το αποφύγουμε.
Δεν μπορούμε να απαιτούμε από κανέναν να είναι τέλειος εδώ και τώρα, όταν η εποχή του είναι ελλιπής. Η απαίτηση διαφέρει του αιτήματος ως προς το ότι βιάζεται να φτάσει στο όλον εξαναγκάζοντας το μέρος να κινηθεί πέραν των δυνάμεων του, ενώ το αίτημα το καλεί να διαθέσει όση δύναμη έχει στη φορά του γίγνεσθαι, να την κυκλοφορήσει και έτσι να ολοκληρωθεί.
Ανάμεσα στον ολοκληρωτισμό και στην ολοκλήρωση υπάρχει η διαφορά ότι ο ολοκληρωτισμός δεν δίνει χρόνο στα πράγματα να γίνουν και τα πιέζει, ενώ η ολοκλήρωση δίνει τον χρόνο να ξεπεράσουν τη διστακτικότητά τους και να κινηθούν θετικά. Η δύναμη της ενότητας, η ψυχή, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα της άρνησης στα υποκείμενα που κινούνται προς ολοκλήρωση, (της άρνησης που είναι δικαιολογημένη από την κατάσταση τους), τα αποενοχοποιεί από την αναπόφευκτη αδράνειά τους και τα επιτρέπει να κινηθούν.
Όταν, όμως, η άρνηση γίνεται εσκεμμένα, η ψυχή που γνωρίζει πολύ καλά τι είναι δυνατόν και τι αδύνατο, (μιας και η ψυχή όντας η μνήμη του όλου ξέρει τα πάντα), αντιδράει. Όταν η δύναμη ενός υποκειμένου δεν διατίθεται στο αντι-κείμενο του, ενώ είναι δυνατόν, τότε στρέφεται εναντίον του και το υποκείμενο αρρωσταίνει, επειδή ακριβώς αποφεύγει το ρήμα του, (αυτό που θα το συνέδεε με το αντικείμενό του). Η αποφυγή του ρήματος αναστέλλει τη ροή της ενέργειας του υποκειμένου προς το αντικείμενο και του προκαλεί αρρώστια από το κατακρατημένο πλεόνασμά του.
No comments:
Post a Comment